Οι διατροφικές διαταραχές είναι ψυχογενείς και έχουν πολυπαραγοντικά αίτια. Για την αντιμετώπισή τους απαιτείται η συνεργασία του διατροφολόγου με τον ψυχολόγο ή τον ψυχίατρο αντίστοιχα, καθώς η συμβολή του είναι πολύ σημαντική και ενίοτε επιτακτική.
Έχοντας εξειδικευτεί με τη εκπαίδευσή μου στο Κέντρο Διατροφικών Διαταραχών της Μεγάλης Βρετανίας (NCFED) και στο Ελληνικό Κέντρο Εκπαίδευσης & Αντιμετώπισης Διατροφικών Διαταραχών, με έμφαση στις «Ψυχολογικές Παρεμβάσεις στις Διατροφικές Διαταραχές» και πρόσθετη εκπαίδευση στις Διατροφικές Διαταραχές σε παιδιά και εφήβους, χρησιμοποιούμε σύγχρονες τεχνικές και παρέχουμε εκπαίδευση σε ασθενείς με Διατροφικές Διαταραχές, με στόχο την άμεση και αποτελεσματική θεραπεία τους.
Οι κυριότερες Διατροφικές Διαταραχές είναι:
Νευρική Ανορεξία
Στη νευρική ανορεξία υπάρχει άρνηση διατήρησης του σωματικού βάρους και λίπους πάνω από το κατώτερο φυσιολογικό όριο. Το βάρος και το μέγεθός του σώματος καθορίζουν τον τρόπο που αξιολογούν τη ζωή τους. Στις γυναίκες υπάρχει απώλεια έμμηνου ρύσης για τουλάχιστον τρεις μήνες, ενώ στην άτυπη νευρική ανορεξία έχουν φυσιολογική περίοδο. Διακρίνεται σε δύο τύπους:
- στον περιοριστικό που χαρακτηρίζεται από την απόλυτη στέρηση των τροφών και την άρνηση του αισθήματος της πείνας και
- στον εκκαθαριστικό που χαρακτηρίζεται από την αυξημένη κατανάλωση τροφής και την χρήση αντισταθμιστικών μεθόδων.
Νευρική Βουλιμία
Η νευρική βουλιμία χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα βουλιμικά επεισόδια με κατανάλωση μεγάλης ποσότητας τροφής και έλλειψη ελέγχου. Το άτομο προκαλεί εμετό ή κάνει χρήση διουρητικών, καθαρτικών, χαπιών, υπεργυμναστική ή εξαντλητικές δίαιτες για απώλεια βάρους. Πραγματοποιεί βουλιμικά επεισόδια το λιγότερο δύο φορές την εβδομάδα. Η αυτοεκτίμηση του ατόμου καθορίζεται με βάση το σχήμα και το βάρος του. Η νευρική βουλιμία διακρίνεται σε δύο τύπους:
- στον εκκαθαριστικό που χρησιμοποιεί εμετούς, καθαρτικά, διουρητικά
- στον μη εκκαθαριστικό που πραγματοποιεί αυστηρές δίαιτες και υπεργυμναστική.
Σπανιότερα, συναντάμε τον συνδυασμό των δύο τύπων.
Αδηφαγική Διαταραχή
Χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας με μεγάλη κατανάλωση τροφής σε σύντομο χρονικό διάστημα (2-3 ώρες). Τα βουλιμικά επεισόδια συμβαίνουν το λιγότερο δύο φορές την εβδομάδα και δεν συνοδεύονται συνήθως από εμετούς, καθαρτικά, αυστηρές δίαιτες, υπεργυμναστική, διουρητικά.
Κατά τη διάρκεια του βουλιμικού επεισοδίου, το άτομο νιώθει να χάνει τον έλεγχο με την τροφή και ύστερα νιώθει ενοχές για την ποσότητα που κατανάλωσε. Τρώει συνήθως χωρίς να πεινάει και σταματάει να τρώει όταν νιώσει αρκετά γεμάτο και βαρύ το στομάχι του. Στο τέλος, τα επεισόδια υπερφαγίας τού προκαλούν άγχος σε σχέση με την τροφή.
Σύνδρομο νυχτερινής υπερφαγίας
Το Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας (Night eating syndrome, NES) είναι μια διατροφική διαταραχή με κλινικά χαρακτηριστικά την πρωινή ανορεξία, τη βραδινή υπερφαγία και την αϋπνία με συνεχείς διακοπές νυχτερινής κατανάλωσης φαγητού.
Από το σύνολο των διατροφικών διαταραχών (βουλιμία, ανορεξία, αδηφαγική διαταραχή), η νυχτερινή πολυφαγία είναι αυτή που συνδέεται περισσότερο με το στρες. Το άτομο που πάσχει από αυτό καταναλώνει περισσότερο από το 50% του ημερήσιου φαγητού του μετά τις οκτώ το βράδυ και συνηθίζει να κάνει νυχτερινές επιδρομές στο ψυγείο.
Ορθορεξία
Η ορθορεξία ή «orthorexia nervosa» κατατάσσεται στις Διατροφικές Διαταραχές Μη Προσδιοριζόμενες Διαφορετικά-EDNOS (Eating Disorders Not Otherwise Specified) άρα δηλαδή ακόμα άτυπες και λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις. Συνήθως τα άτομα που πάσχουν από αυτές τις διαταραχές πιστεύουν ότι δεν έχουν κάποια διατροφική διαταραχή και άρα δεν αξίζουν τη βοήθεια ειδικού.
Ο όρος ορθορεξία προέρχεται από την ελληνική λέξη ορθός που σημαίνει σωστή και όρεξη. Χαρακτηρίζεται από παθολογική εμμονή για βιολογικά «καθαρή» ή σωστή, υγιεινή τροφή η οποία οδηγεί σε σημαντικούς διατροφικούς περιορισμούς. Τα κύρια χαρακτηριστικά της είναι η αποφυγή -σε επίπεδο ψυχαναγκασμού- των «ανθυγιεινών» τροφίμων, όπως ζάχαρη, αλάτι, καφεΐνη, αλκοόλ, γλυκίσματα, τηγανητά, σιτάρι, ζωικό λίπος, σόγια, καλαμπόκι, γαλακτοκομικά κ.ά.